εξάβιβλος

εξάβιβλος
Το σημαντικότερο νομικό έργο του βυζαντινού νομοφύλακα και κριτή (αξίωμα αντίστοιχο με το σημερινό του προέδρου Εφετών) της Θεσσαλονίκης Κωνσταντίνου Αρμενόπουλου. Συντάχθηκε το 1344-45, όταν αυτοκράτορας του Βυζαντίου ήταν ο Ιωάννης Ε’ Παλαιολόγος, με βάση τις νομικές αντιλήψεις της εποχής οι οποίες περιέχονταν στα γνωστά βιβλία Πρόχειρος Νόμος, Εκλογή Νόμων και Βασιλικά. Δεν πρόκειται, λοιπόν, για νομικό έργο με πρωτότυπο περιεχόμενο, αλλά για κωδικοποίηση της ισχύουσας νομοθεσίας που συνοδευόταν από σχόλια του συγγραφέα. Η Ε. διαιρείται σε 6 βιβλία και αρχίζει με δύο προλόγους. Ο πρώτος περιέχει συμβουλές για τους δικαστές και στον δεύτερο παρατίθενται οι συλλογές νόμων που χρησιμοποίησε ο Αρμενόπουλος κατά τη συγγραφή του. Το πρώτο βιβλίο αναφέρεται στην ιστορία του ρωμαϊκού δικαίου και πραγματεύεται τις γενικές αρχές του δικαίου και τα περί προσώπων, το δεύτερο τα εμπράγματα δικαιώματα και όσα αφορούν την υιοθεσία, το τρίτο το ενοχικό δίκαιο, το τέταρτο το οικογενειακό, το πέμπτο το κληρονομικό και τα περί επιτρόπων, κηδεμόνων κλπ., και το έκτο έργο αναφέρεται στις ζημιές και στις ποινές. Το νομικό αυτό μνημείο, παρά τις ατέλειές του, οι οποίες οφείλονται κυρίως στο γεγονός ότι γράφτηκε σε μία εποχή που είχαν αρχίσει να εμφανίζονται τα συμπτώματα της παρακμής του Βυζαντίου, είχε μεγάλη απήχηση, όχι μόνο στους νομικούς επιστήμονες και στους πνευματικούς ανθρώπους της εποχής αλλά και στους μεταγενέστερους. Μεταφράστηκε πολλές φορές στα λατινικά, στα γερμανικά και στα ρωσικά. Σώζονται 71 χειρόγραφα αντίγραφα, τα οποία χρονολογούνται μεταξύ 14ου και 18ου αι.
* * *
-ο (AM ἑξάβιβλος, -ον)
αυτός που αποτελείται από έξι βιβλία
μσν.
(το θηλ. ως ουσ. κύρ.) ή Ἑξάβιβλος
το σημαντικότερο έργο τού Κ. Αρμενοπούλου, που γράφτηκε το 1345
αλλιώς Πρόχειρον.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • ἑξαβίβλου — ἑξάβιβλος in six books masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κώδικας — Χειρόγραφο βιβλίο το οποίο χρησιμοποιούσαν κυρίως πριν από την εφεύρεση της τυπογραφίας. Ο όρος προέρχεται από τη λατινική λέξη caudex (αργότερα codex), που αρχικά σήμαινε κορμό δέντρου και γενικότερα ξύλο, και κατέληξε να δηλώνει κατά τη ρωμαϊκή …   Dictionary of Greek

  • Αρμενόπουλος, Κωνσταντίνος — (1320 – περ. 1380).Βυζαντινός νομοδιδάσκαλος. Οι πληροφορίες για το πρώιμο στάδιο της ζωής του είναι αβέβαιες. Το 1345 πάντως ήταν ήδη νομοφύλαξ και κριτής Θεσσαλονίκης. Αργότερα διορίστηκε σύμβουλος του αυτοκράτορα Ιωάννου ΣΤ’ Καντακουζηνού που… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Δίκαιο (Αρχαιότητα και Βυζάντιο) — ΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΔΙΚΑΙΟ Το ελληνικό δίκαιο συνδέεται με την εξέλιξη και την ακμή της πόλης στην αρχαιότητα. Οι πολιτειακές μεταβολές και κυρίως η γένεση, η άνθηση και η πορεία της δημοκρατίας στο χρόνο ορίζουν την έννοια, το εύρος, το περιεχόμενο και τα …   Dictionary of Greek

  • АРМЕНОПУЛ — [греч. ῾Αρμενόπουλος] Константин (сер. ХIV в.), визант. юрист и канонист. Точные даты жизни неизвестны. В 1345 г. был судьей в Фессалонике, к 1349 г. получил титул номофилакса и должность судьи «царского секрета». Автор «Шестикнижия»… …   Православная энциклопедия

  • Hexabiblos — Das Hexabiblos (griechisch Εξάβιβλος Sechsbuch ) ist eine Sammlung byzantinischer Kaisergesetze. Inhaltsverzeichnis 1 Urtext 2 Edition 2.1 Editio princeps (griechisch) …   Deutsch Wikipedia

  • βιβλίο — Σύνολο φύλλων χαρτιού, περγαμηνής ή άλλου υλικού, τυπωμένων ή χειρόγραφων, δεμένων μαζί ώστε να αποτελούν έναν τόμο, προορισμένο για κυκλοφορία. Η ιστορία του β. καλύπτει μια περίοδο πάνω από 5.000 ετών και είναι κατά μεγάλο μέρος ιστορία του… …   Dictionary of Greek

  • διαφέρον — το (ουδ. μτχ. εν. ως ουσ.) (ΑΝ) το σημείο διαφοράς ενός πράγματος από άλλο νεοελλ. ό,τι ενδιαφέρει, προκαλεί προσοχή, ενδιαφέρον μσν. αποζημίωση, τιμωρία («ἡ περὶ βίας ἀγωγὴ τετραπλασιάζεται εἰς τὸ διαφέρον», Κων / νος Αρμενόπουλος, Εξάβιβλος)… …   Dictionary of Greek

  • εξα- — (AM ἑξα ) α συνθετικό πολλών επιθέτων που δηλώνουν ότι αυτό που σημαίνει το β συνθετικό (ουσ. ή επίθ.) υπάρχει ή γίνεται έξι φορές (π.χ. εξαδάκτυλος, εξάβιβλος, εξάγωνος, εξάδραχμος κ.λπ.) …   Dictionary of Greek

  • Βυζαντινή αυτοκρατορία — I Β.α., ή αλλιώς Μεταγενέστερο Ρωμαϊκό ή Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος, αποκαλείται συμβατικά το ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Πρωτεύουσα του τμήματος αυτού, που μετά την κατάλυση του Δυτικού Ρωμαϊκού κράτους συνέχισε περίπου για έντεκα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”